ανεδαφικός

ανεδαφικός
-ή, -ό
αβάσιμος, αστήρικτος, ανέφικτος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ανεδαφικός — ή, ό επίρρ. ά αυτός που δε στηρίζεται στην πραγματικότητα, αβάσιμος: Οι προτάσεις του είναι εντελώς ανεδαφικές …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ασύστατος — η, ο 1. ανυπόστατος, ανύπαρκτος: Ασύστατα είναι όσα γράφει για τα πριν από εκατό περίπου χρόνια έθιμα του χωριού αυτού. 2. αβάσιμος, ανεδαφικός: Οι εναντίον του κατηγορίες αποδείχτηκαν ασύστατες. 3. εκείνος τον οποίο δε σύστησε κανείς σε άλλον… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ουτοπικός — ουτοπικός, ή, ό και ουτοπιστικός, ή, ό μη πραγματοποιήσιμος, ανεδαφικός: Ουτοπική ή ουτοπιστική άποψη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”